Translate

Thursday 15 March 2018

Golden anemone - Condylactis aurantiaca (Delle Chiaje, 1825) - Cyprus


Condylactis aurantiaca, common name golden anemone, is a species of sea anemone in the family Actiniidae. This species always remains largely buried in sand or sediment, attached to the substrate, with only the oral disc and tentacles visible.

The column is translucent white with white spots, and grows to approximately 7 centimetres (2.8 in) in diameter. The oral disc may reach 12 centimetres (4.7 in). The overall diameter with the tentacles spread out is around 30 centimetres (12 in). This species usually has five whorls of tentacles, with 96 tentacles present when it is fully developed. The tentacles are each around 8 centimetres (3 in) long, green to yellow in colour, and sometimes greyish. They often have bands of white and other colours, and purple tips. The mouth, in the centre of the oral disc, is purplish.

Condylactis aurantiaca is found only in the Mediterranean Sea in depths of up to 80 metres. The base is attached to a rock, stone or shell and the column immersed in sediment, usually sand or gravel.

Like other sea anemones, this species catches prey with its tentacles which are armed with many cnidocytes, stinging cells which kill the prey. The prey is then transferred by the tentacles to the mouth. This sea anemone reproduces in spring and summer by releasing gametes into the water column where they are fertilised and develop into planula larvae. Alternatively, the gametes can be retained in the body cavity, the larvae being brooded there till the spring.

The shrimp species Periclimenes aegylios may be found living symbiotically with this sea anemone
From https://en.wikipedia.org/wiki/Condylactis_aurantiaca

Underwater photos March 2018 at Akrotiri by Kostas Aristeidou



Starfish - Hacelia attenuata John Edward Gray, 1840 - Cyprus


Hacelia attenuata is a species of sea star. The type species of the genus Hacelia, it was described by John Edward Gray in 1840. It is found in the Mediterranean Sea.

Underwater photos March 2018 at Akrotiri by Kostas Aristeidou

Thursday 22 February 2018

Spotted redshank (Tringa erythropus) Μαυρότρυγγας - Video - Cyprus

Οι 11 σαύρες της Κύπρου (Web TV) - Του Γιώργου Κωνσταντίνου - Εφημερίδα πολίτης 18/2/2018

Κείμενο, φωτογραφίες και βίντεο του Γιώργου Κωνσταντίνου

Οι σαύρες ανήκουν στα ερπετά και σε ολόκληρο τον πλανήτη συναντούμε πέρα από 6.000 διαφορετικά είδη. Τις συναντούμε σε όλο τον κόσμο εκτός από την ανταρτική.

Στην Κύπρο συναντούμε 22 διαφορετικά είδη ερπετών εκ των οποίων τα 8 είναι φίδια, τα 3 είναι χελώνες και τα 11 είναι σαύρες. Και τα 11 είδη σαυρών που συναντούμε στον τόπο μας είναι εντελώς ακίνδυνες για τον άνθρωπο και τις συναντούμε, από το υψόμετρο της θάλασσας μέχρι τις ψηλότερες κορυφές του Τροόδους. Όλες οι σαύρες της Κύπρου είναι προστατευόμενες από τη Σύμβαση της Βέρνης (Παράρτημα ΙΙI), αλλά και από κυπριακές νομοθεσίες.



Από το περιβάλλον

Όλες οι σαύρες είναι ενεργές από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο λόγω του ότι όλα τα ερπετά είναι ψυχρόαιμα, δηλαδή δεν έχουν δική τους θερμοκρασία σώματος, όπως τα θηλαστικά ή τα πουλιά και παίρνουν τη θερμότητά τους από το περιβάλλον το οποίο τους χρειάζεται για να είναι ενεργά. Τον χειμώνα πέφτουν σε χειμερία νάρκη. Στην Κύπρο λόγω όμως του ήπιου χειμώνα που έχουμε μπορούμε να συναντήσουμε σαύρες ακόμα και στην καρδιά του χειμώνα όταν έχει ηλιόλουστη μέρα και μπορούμε να τις δούμε να λιάζονται πάνω σε πέτρες απορροφώντας τη θερμότητα του χειμωνιάτικου ηλίου. 




Οι σαύρες είναι πολύ ωφέλιμες για τη γεωργία, καθώς ένα μεγάλο μέρος της διατροφής τους αποτελείται από έντομα που προκαλούν ανυπολόγιστες ζημιές στον άνθρωπο, όπως οι ακρίδες και κρατούν τις ισορροπίες της φύσης. Όλες σχεδόν οι σαύρες ζευγαρώνουν τέλος της άνοιξης, αρχές καλοκαιριού και γεννούν τα αβγά τους στα μέσα του καλοκαιριού τα οποία εκκολάπτονται το φθινόπωρο. Μόνο ο χαμαιλέοντας γεννά το φθινόπωρο και τα αβγά του εκκολάπτονται τον επόμενο χρόνο την άνοιξη. Όλες οι σαύρες που έχουμε στην Κύπρο γεννούν αβγά χρώματος άσπρου, εκτός από μια που γεννά ζωντανά μικρά και είναι ο Chalcides ocellatus (βυζάστρα). Ο τρόπος που εναποθέτουν τα αβγά τους παραλλάσσει από είδος σε είδος, μερικά είδη όπως οι μισιαροί εναποθέτουν τα αβγά τους σε σχισμές στη γη, σε τρύπες, κάτω από πέτρες και άλλα αντικείμενα. Άλλα είδη όπως ο κουρκουτάς και ο χαμαιλέοντας θάβουν τα αβγά τους στο έδαφος.
 
Bridled mabuya- Trachylepis vittata  Μαμπούγια η ταινιωτή 


Budak's snake-eyed skink - Ablepharus budaki Αβλέφαρος 

Μερικά είδη γεννούν αβγά με τσόφλι όπως και τα πουλιά, ενώ άλλα είδη όπως ο χαμαιλέοντας και ο κουρκουτάς δεν γεννούν αβγά με τσόφλι, αλλά μόνο με μεμβράνη όπως και τα φίδια. Τα αβγά δεν επωάζονται από τους γονείς όπως τα πουλιά αλλά εκκολάπτονται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος. Μετά τη γέννηση των αβγών η μητέρα συνεχίζει τον δρόμο της και δεν έχει πλέον καμία επαφή με τα αβγά και τα μικρά. Τα μικρά μετά την εκκόλαψη είναι ικανά να επιβιώνουν και να τρέφονται μόνα τους. 


Common chameleon or Mediterranean chameleon (Chamaeleo chamaeleon) Χαμαιλέων 



Mόνο στην Κύπρο

Μερικά είδη όπως οι μισιαροί, η βυζάστρα και ο ευμήκης είναι νυκτόβια είδη και δραστηριοποιούνται τη νύχτα αλλά κάποτε μπορούμε να τα δούμε και τη μέρα. Μπορούμε να δούμε τους μισιαρούς να κυνηγούν τα βράδια κοντά σε φώτα τα οποία προσελκύουν ιπτάμενα έντομα, κυρίως νυχτοπεταλούδες.

Ο ευμήκης αποτελεί τη μεγαλύτερη αλλά και πιο σπάνια σαύρα από όλες τις σαύρες που έχουμε στην Κύπρο και μπορεί να φτάσει σε μήκος μέχρι και 50 πόντους. 

Troodos Lizard - Phoenicolacerta troodica - Σαύρα του Τροόδους 


Kotschy's gecko - Mediodactylus kotschyi  Μισιαρός 


Mediterranean house gecko - Hemidactylus turcicus  Μισιαρός 

Η Troodos Lizard - Phoenicolacerta troodica - Σαύρα του Τροόδους αποτελεί ενδημικό είδος της Κύπρου, δηλαδή υπάρχει μόνο στην Κύπρο και πουθενά αλλού στον κόσμο. Ονομάζεται σαύρα του Τροόδους από όπου πήρε και το όνομά της, αλλά τη συναντούμε παντού σε ολόκληρη την Κύπρο. 

Ο χαμαιλέοντας έχει την ικανότητα να αλλάζει χρώμα ανάλογα με τον περιβάλλον του για σκοπούς καμουφλάζ, επίσης χρώμα αλλάζει και όταν αλλάζει η διάθεσή του. Αυτή είναι η μόνη του άμυνα προς τους θηρευτές του, καθώς είναι η πιο αργή σαύρα που έχουμε και δεν μπορεί να τρέξει γρήγορα.

Όλες οι σαύρες τρέφονται με έντομα, αράχνες, ενώ μερικά είδη τρέφονται και με μικρά σαλιγκάρια και με διάφορα φυτικά είδη. Μερικά είδη τρέφονται και με άλλα είδη σαυρών, αλλά παρουσιάζουν και κανιβαλισμό δηλαδή τρώνε και σαύρες του δικού τους είδους όπως η σαύρα του Τροόδους. 

Ocellated skink - Chalcides ocellatus - Βυζάστρα 

Schneider's skink - Eumeces schneideri -Ευμήκης ο στικτός 

Μερικά είδη όπως οι μισιαροί όταν κυνηγιόνται από θηρευτές, όπως φίδια, μπορούν να αποκόψουν την ουρά τους για να γλυτώσουν, συγκεκριμένα αποκόπτουν την ουρά τους και η ουρά αν και κομμένη συνεχίζει να κινείται αποσπώντας την προσοχή του θηρευτή και έτσι δίνεται η ευκαιρία στη σαύρα να ξεφύγει. Όλες σχεδόν οι σαύρες έχουν αναγέννηση και η κομμένη ουρά τους μεγαλώνει ξανά.

Ο αβλέφαρος και η βυζάστρα έχουν πάρα πολύ μικρά ατροφικά πόδια και οι κινήσεις τους μοιάζουν περισσότερο με φίδι, έτσι πολλοί όταν τις δουν τις περνούν για μικρά φίδια και πανικοβάλλονται. 


Schreiber's fringe-fingered lizard - Acanthodactylus schreiberi Ακανθοδάκτυλος - Αμμόσαυρα 


Sling Tailed Agama - Stellagama stellio  Κουρκουτάς 


Τα 11 είδη σαυρών που συναντούμε στην Κύπρο είναι:
Budak's snake-eyed skink - Ablepharus budaki Αβλέφαρος
Bridled mabuya- Trachylepis vittata Μαμπούγια η ταινιωτή
Common chameleon or Mediterranean chameleon (Chamaeleo chamaeleon) Χαμαιλέων
Kotschy's gecko - Mediodactylus kotschyi Μισιαρός
Mediterranean house gecko - Hemidactylus turcicus Μισιαρός
Ocellated skink - Chalcides ocellatus – Βυζάστρα
Schneider's skink - Eumeces schneideri - Ευμήκης ο στικτός
Schreiber's fringe-fingered lizard - Acanthodactylus schreiberi - Ακανθοδάκτυλος - Αμμόσαυρα
Sling Tailed Agama - Stellagama stellio Κουρκουτάς
Snake-eyed lizard - Ophisops elegans – Αλιζαύρα
Troodos Lizard - Phoenicolacerta troodica - Σαύρα του Τροόδους.



Bridled mabuya- Trachylepis vittata  Μαμπούγια η ταινιωτή 

Οι εχθροί που αντιμετωπίζουν οι σαύρες είναι τα αρπαχτικά πουλιά, τα φίδια, οι αλεπούδες, οι σκαντζόχοιροι, οι γάτες και φυσικά ο άνθρωπος με διάφορες ενέργειες, όπως οι ψεκασμοί, οι οποίοι έχουν αποτέλεσμα την έλλειψη τροφής των ζώων αυτών καθώς και η καταστροφή των βιοτόπων. Επίσης οι άνθρωποι συνήθως όπου τις δουν τις σκοτώνουν διότι πιστεύουν διάφορους ανυπόστατους μύθους που κυκλοφορούν. Ένας μύθος που κυκλοφορεί λέει ότι ο χαμαιλέοντας δαγκώνει τις μύτες και αν σου δαγκώσει τη μύτη για να σε αφήσει πρέπει να ανέβει ο γάιδαρος πάνω στον φούρνο, δηλαδή ποτέ και για αυτό τον χαμαιλέοντα τον λένε και δακανομούτα. Ένας άλλος μύθος λέει ότι ο ευμήκης και η βυζάστρα πάνε τη νύχτα στις μάντρες και πίνουν γάλα βυζαίνοντας τα αιγοπρόβατα εξ ου και το όνομα βυζάστρα. Όλοι αυτοί οι γελοίοι μύθοι που αφορούν όχι μόνο τις σαύρες άλλα και άλλα πολλά είδη του τόπου μας, κυκλοφορούν από γενιά σε γενιά και πραγματικά οι άνθρωποι τους πιστεύουν και σκοτώνουν τα ζώα. Στην ουσία όλοι αυτοί οι μύθοι δρουν εναντίον της βιοποικιλότητας του τόπου μας. 



ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο Γιώργος Κωνσταντίνου γεννήθηκε το 1960 στη Λευκωσία και είναι φυσιοδίφης ερευνητής της κυπριακής βιοποικιλότητας. Φωτογράφος και κινηματογραφιστής αγρίας ζωής και πρόεδρος του συνδέσμου προστασίας φυσικής κληρονομίας και βιοποικιλότητας της Κύπρου. Με ακούραστη δράση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσον αφορά το περιβάλλον και την βιοποικιλότητα του τόπου μας. 








Little tern - (Sterna albifrons) - Νανογλάρονο - Video - Cyprus

Slender-billed gull (Chroicocephalus genei) - Ροδόγλαρος - Λεπτόραμφος Γλάρος - Video - Cyprus

Tuesday 20 February 2018

European Starling (Sturnus vulgaris ) Ψαρόνι , Μαυροπούλι , Λαζούρι - Video - Cyprus

Silene tridentata Desf. - Cyprus


Silene is a genus of flowering plants in the family Caryophyllaceae. Containing approximately 700 species, it is the largest genus in the family. Common names include campion (which is shared with the related genus Lychnis) and catchfly. Many Silene species are widely distributed, particularly in the northern hemisphere.
From https://en.wikipedia.org/wiki/Silene

Photos Geri 20/2/2018 by George Konstantinou








European Greenfinch - Carduelis chloris - (Chloris chloris) Φλώρος - Λουλουδάς - Video - Cyprus

Larvae of Ocnogyna loewii (Zeller, 1846) Μαρτούδκια - Video - Cyprus

Sunday 18 February 2018

Termites nest - Video - Cyprus

Great grey shrike (Lanius excubitor) Linnaeus, 1758- Διπλοκεφαλάς - Cyprus

The bird is the nominate Great Grey Shrike excubitor . This is the first record of the nominate Great Grey Shrike in Cyprus
The great grey shrike, northern grey shrike, or northern shrike (Lanius excubitor) is a large songbird species in the shrike family (Laniidae). It forms a superspecies with its parapatric southern relatives, the southern grey shrike (L. meridionalis), the Chinese grey shrike (L. sphenocerus) and the loggerhead shrike (L. ludovicianus). Within the great grey shrike species itself, there are two subspecies. Males and females are similar in plumage, pearly grey above with a black eye-mask and white underparts.

Breeding takes place generally north of 50° northern latitude in northern Europe and Asia. Most populations migrate south in winter to temperate regions. The great grey shrike is carnivorous, with rodents making up over half its diet.



The great grey shrike occurs throughout most temperate and subarctic regions of the Northern Hemisphere. Generally, its breeding range is limited to areas north of 50° northern latitude in Eurasia. In the high mountains of the Altai-Tian Shan region, it ranges south perhaps as far as 42° northern latitude. Its northern limit is generally 70° northern latitude. It is only found as a vagrant in Iceland, the British Isles, the Mediterranean region (excluding the Iberian Peninsula and perhaps Romania but including Cyprus), and Korea. There do not appear to be breeding records from the entire Kamchatka Peninsula; in Switzerland, the present day Czech Republic and southern Germany small populations were found in the mid-20th century but have declined or even disappeared since then.

Except for the subspecies bianchii which is largely all-year resident, and subspecies excubitor in the temperate European parts of its range with their mild maritime climate, the species is a short-distance migrant. The migrations are triggered by scarcity of food and therefore, according to prey population levels, the winter range might little extend south beyond the breeding range, or be entirely parapatric to it. The populations of the Central Asian mountains mostly migrate downslope rather than southwards. Females are more prone to migration than males; they do not appear to migrate, on average, longer or shorter distances than males, and consequently are the dominant sex in many parts of the winter range. Birds leave for winter quarters a more or less short time after breeding – July to October, with most birds staying to September – and return to nest mainly in March/April, but some only arrive in May. In recent decades, the number of birds remaining on the breeding grounds all year has been noted to increase e.g. in Fennoscandia, whereas for example borealis seems to be as rare a winter visitor in northern Ohio as it was a century ago.


The preferred habitat is generally open grassland, perhaps with shrubs interspersed, and adjacent lookout points. These are normally trees – at forest edges in much of the habitat, but single trees or small stands at the taiga-tundra border. In steppe, it will utilize any isolated perch, be it fence posts, power lines or rocks. In general, some 5–15 perching sites per hectare habitat seem to be required. It avoids low grassland with no lookouts and nesting opportunities (trees or large shrubs), as well as dense forest with no hunting ground. Apart from grassland, the birds will utilize a variety of hunting habitats, including bogs, clearings or non-industrially farmed fields. Breeding birds appear to have different microhabitat desires, but little detail is known yet
From https://en.wikipedia.org/wiki/Great_grey_shrike


INTRODUCTION:
Like other Laniidae, the Great Grey Shrike has highly specialized feeding behaviour, unique among passerines. Its scientific name means “sentinel butcher”, referring to this behaviour.
It hunts by watching for prey from high, exposed perches. Once it is detected, the bird drops down on to it after a brief hovering. These prey, both large insects and small vertebrates, are killed with the strong, hooked bill. Then, the victim is impaled on thorns or barbed wire used as meat hooks. The Great Grey Shrike kills a large variety of prey, including small mammals and birds, various small vertebrates and invertebrates and large insects.
The Great Grey Shrike is not currently globally threatened throughout the wide range in Northern Hemisphere, in North America and Eurasia. Seven subspecies share this large territory.


DESCRIPTION OF THE BIRD:
Biometrics: 
Length: 24-25 cm
Weight: 48-80 g

The Great Grey Shrike adult has pale grey upperparts with variable bluish wash, including top of head and nape to lower back. Rump and uppertail-coverts are pale grey too, but slightly paler. The upperwing is black with white bar across primary bases, and a smaller white patch at secondary bases. Flight feathers and tertials have white tips. The scapulars are white. The long, graduated tail is black with white outer rectrices. 
The underparts are white, including chin and throat. The bird may have a weak pink tinge on breast in fresh plumage.

On the head, we can see a narrow black mask extending from bill base through lores and eyes to rear of ear-coverts. There is a very narrow, white supercilium, sometimes absent.
The strong, hooked bill is black. The eyes are dark brown. Legs and feet are blackish.

Male and female are similar, but males have more contrasting markings than females. The female may show a weak barring on the breast. She is usually slightly duller.


The juvenile is usually browner than adults, with indistinct vermiculations on upperparts and underparts. In autumn, it resembles adult female, but it retains some weak barring on breast and flanks, and pale-edged greater coverts.

Immature
SUBSPECIES AND RANGE: 
The Great Grey Shrike has seven subspecies that differ in plumage and body size.
L.e. borealis breeds in NE Canada. It is present in S Canada and most of W and C USA outside breeding season.
This race is similar to nominate with more conspicuous white supercilium, less white on upperwings and greyer underparts densely vermiculated dark. The juvenile is darker and browner than nominate. 

L.e. excubitor (described above) breeds in N, C and NE Europe, E to NW Siberia. Present outside breeding season in S Scandinavia, Britain, W and S France, E to Asia Minor, Caucasus and Transcaspia. 

L.e. sibiricus breeds in C and E Siberia, E to Kolyma Basin, Anadyrland and Chukotsk Peninsula, S to L Baikal, N Mongolia and SE Russia. It winters in SC Siberia, Mongolia, NE China and Ussuriland.
This race has ochre tinge above and some vermiculations below.

L.e. homeyeri breeds in SE Europe and SW Siberia. It winters in SW and C Asia.
This one is paler than nominate, with mostly whitish rump and uppertail-coverts. The supercilium is more conspicuous. There is more extent of white in wings and tail.

L.e. mollis breeds in CS Russia and NW Mongolia. Outside breeding season, it occurs in N China too.
This race is darker than “sibiricus” and has smaller white wing patch, buffer underparts with more vermiculations.

L.e. funereus occurs in E Kazakhstan and S Tien Shan.
This one is the largest. It is darker than “mollis” with more heavily vermiculated underparts.

L.e. bianchii breeds on Sakhalin Island and Kuril Islands. It winters in N Japan (Hokkaido).
This race is small, similar to “sibiricus” but paler and greyer, and less vermiculated below. 

HABITAT: 
The Great Grey Shrike frequents various types of open areas where it breeds, from semi-desert to farmland, heathland, scrub, bogs, and partly forested tundra and coastal dunes, all with scattered trees, scrub and bushes used as perches from which they hunt.
Outside breeding season, it can be found in similar habitats, but with more meadows.
From http://www.oiseaux-birds.com/card-great-grey-shrike.html

Photos and video alaminos 18/2/2018 by George Konstantinou


Great grey shrike (Lanius excubitor) Διπλοκεφαλάς - Video - Cyprus 18/2/2018

Saturday 17 February 2018

Biggest Full Moon (Supermoon) of 10/8/2014 - Υπερ-πανσέληνος 2014 - Video - Cyprus

Video Geri 10/8/2014 by George Konstantinou


In comparison to other full moons, supermoons can be up to 14 percent closer and 30 percent brighter, according to NASA. In addition, the August 2014 supermoon will become full during the same hour that the moon comes closest to the Earth (lunar perigee), meaning it will outshine other full moons that have fallen on the same day as the lunar perigee.
From https://www.huffingtonpost.com/2014/08/08/supermoon-august-2014-how-to-see_n_5659215.html
Infographic by Jan Diehm for The Huffington Post.

Στις 10 Αυγούστου θα χαρούμε ίσως την ομορφότερη πανσέληνο του έτους, καθώς το ολόγιομο φεγγάρι θα φαντάζει πιο εντυπωσιακό από ό,τι συνήθως στον ουρανό.

Αφ’ ενός διότι τον Αύγουστο, όταν η Σελήνη μεσουρανεί (άρα βρίσκεται στο μέγιστο ύψος της πάνω από τον ορίζοντα) δεν φτάνει πολύ ψηλά. Το φως της φτάνει τότε στα μάτια μας διασχίζοντας μεγαλύτερο πάχος της ατμόσφαιρας.

Κατά τη διαδρομή του απορροφάται το κυανό χρώμα του, ενώ το κόκκινο διαπερνά την ατμόσφαιρα και έτσι αντικρίζουμε πιο κοκκινωπό το φεγγάρι.

Αυτό που επιπλέον συμβαίνει στις 10 Αυγούστου του 2014 είναι ότι η Σελήνη τυχαίνει να βρίσκεται στο πλησιέστερο σημείο της τροχιάς της γύρω από τη Γη, το περίγειο, (απόσταση περίπου 354.000 χιλιομέτρων από τον πλανήτη μας).

Οι δυο παραπάνω συνθήκες καθιστούν την παρατήρηση της πανσελήνου εντυπωσιακότερη από τις υπόλοιπες πανσελήνους του έτους. Θα έχουμε λοιπόν πανσέληνο στις 21.10′. Το φεγγάρι θα ανατείλει περίπου 15 λεπτά πριν από τη δύση του ηλίου και θα φτάσει στο μέγιστο ύψος του μία ώρα περίπου μετά τα μεσάνυχτα.

From https://physicsgg.me/2014/08/09/%CF%85%CF%80%CE%B5%CF%81-
%CF%80%CE%B1%CE%BD%CF%83%CE%AD%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%BF%CF%82-2014/

Friday 16 February 2018

Black-headed bunting (Emberiza melanocephala) Αμπελουργός - Video - Cyprus

Painted Lady - Vanessa cardui (Linnaeus, 1758) - Video -Cyprus

Wild Bee making a nest - Video - Cyprus

Leopard Butterfly - Cigaritis acamas (Klug, 1834) - Video - Cyprus

Levant water frog (Pelophylax bedriagae) Βαλτόβιος Βάτραχος - Video - Cyprus

Middle East tree frog - Hyla savignyi - Δεντρόβιος Βάτραχος - Video - Cyprus

Horsehair worms - Gordius aquaticus (Linnaeus, 1758) - Video - Cyprus

Lesser searcher beetle or caterpillar-hunter - Calosoma inquisitor (Linnaeus, 1758) - Cyprus



Family: Carabidae

Calosoma inquisitor (the lesser searcher beetle or caterpillar-hunter) is a species of ground beetle. The species is found in northern Africa, Europe (northward to southern Scandinavia) and East to Asia Minor, Iran and the Caucasus, with isolated populations in eastern Siberia and Japan.

The imagines are predatory on various insects and their larvae, especially, feed on Lepidoptera larvae. They can fly well and are found not only on the ground, but also in bushes and on trees. In case of danger the beetle can fall and then threaten by lifting up the front body and spreading the mandibles. The females lay about 50 eggs. The hatching larvae are also predatory and develop very quickly. They're in the ground. The beetles emerge in June, but still linger in a diapause until next spring in the ground.
From https://en.wikipedia.org/wiki/Calosoma_inquisitor

Photos Pomos 10/2/2018 by George Konstantinou




Wednesday 14 February 2018

Nest of Kentish Plover (Charadrius alexandrinus) Θαλασσοσφυριχτής - Video - Cyprus

Eurasian dotterel (Charadrius morinellus) Βουνοσφυριχτής - Video - Cyprus

Black Francolin ( Francolinus francolinus ) Φραγκολίνα - Video - Cyprus

Chukar partridge or chukar (Alectoris chukar) Νησιώτικη Πέρδικα - Πέρδικα - Πέρτικος - Video - Cyprus

Chukar partridge or chukar (Alectoris chukar) Νησιώτικη Πέρδικα - Πέρδικα - Πέρτικος - Video - Cyprus

Millipede - Pachyiulus flavipes (C. L. Koch, 1847) - Video - Cyprus

Vicia hybrida L.- Cyprus


Vicia is a genus of about 140 species of flowering plants that are part of the legume family (Fabaceae), and which are commonly known as vetches. Member species are native to Europe, North America, South America, Asia and Africa. Some other genera of their subfamily Faboideae also have names containing "vetch", for example the vetchlings (Lathyrus) or the milk-vetches (Astragalus). The broad bean (Vicia faba) is sometimes separated in a monotypic genus Faba; although not often used today, it is of historical importance in plant taxonomy as the namesake of the order Fabales, the Fabaceae and the Faboideae. The tribe Vicieae in which the vetches are placed is named after the genus' current name. Among the closest living relatives of vetches are the lentils (Lens) and the true peas (Pisum). From https://en.wikipedia.org/wiki/Vicia

Photos 15/2/2015 by George Konstantinou








Feed my garden birds - House Sparrow (Passer domesticus) Σπουργιτης - video - Cyprus

Tuesday 13 February 2018

Τα απολιθώματα της Κύπρου γράφουν ιστορία (Web TV) - Του Γιώργου Κωνσταντίνου - Εφημερίδα πολίτης 11/2/2018

See also

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, 11.2.2018

Κείμενο, φωτογραφίες και βίντεο του Γιώργου Κωνσταντίνου

Τα απολιθώματα είναι υπολείμματα από φυτά και ζώα που έζησαν στο παρελθόν, βρίσκονται κλεισμένα μέσα σε ιζήματα και έχουν ηλικία πέραν των 10.000 χρόνων. Αυτά μπορεί να είναι ολόκληρος ο σκελετός του οργανισμού, τμήμα του, τα ίχνη του ακόμα και το αποτύπωμά του. Η επιστήμη που μελετά τα απολιθώματα ονομάζεται παλαιοντολογία και θεωρείται  μια από τις πιο σπουδαίες επιστήμες διότι η μελέτη των απολιθωμάτων βοήθα στην κατανόηση της εξέλιξης της ζωής στον πλανήτη μας. Επίσης τα απολιθώματα μας δίνουν πληροφορίες για τα ζώα και τα φυτά που έζησαν πριν εκατομμύρια χρόνια, δηλαδή τα είδη που υπήρχαν και εξαφανίστηκαν και γιατί, καθώς και πώς έχουν εξελιχθεί οι οργανισμοί αυτοί διά μέσου των εκατομμυρίων χρόνων. Μπορούμε επίσης μέσω των απολιθωμάτων να κατανοήσουμε τις κλιματολογικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της γεωλογικής ιστορίας της Γης. 


Απολιθωμένο κοράλλι από Πάφο. 

Ιστορία του νησιού μας

Στην Κύπρο τα απολιθώματα αποτελούν ολόκληρη την ιστορία του νησιού μας, καθώς μας έδωσαν και θα μας δώσουν ακόμα πολύ σημαντικές πληροφορίες για το μακρινό παρελθόν του τόπου μας. Η Κύπρος είναι ένα ωκεάνιο νησί και ποτέ δεν συνδεόταν με άλλη γειτονική χώρα και όλα ξεκίνησαν πριν αρκετά εκατομμύρια χρόνια όταν η Αφρικανική και Ευρασιατική πλάκα άρχισαν να κινούνται η μια αντίθετα της άλλης με αποτέλεσμα να συγκρουστούν. Αποτέλεσμα της σύγκρουσης ήταν η ανύψωση του υποθαλάσσιου εδάφους και η εμφάνιση της πρώτης ξηράς που ήταν η ψηλότερη κορυφή του Τροόδους και κατόπιν της ψηλότερης κορυφής του Πενταδάκτυλου. Η διαδικασία της ανάδυσης της Κύπρου από τη θάλασσα όπως την ξέρουμε σήμερα διήρκεσε εκατομμύρια χρόνια με αποτέλεσμα θαλάσσιοι οργανισμοί να βρεθούν στην ξηρά και να κλειστούν μέσα σε ιζήματα όπως αχινοί, κοχύλια, καβούρια, δόντια καρχαριών, κόκαλα φάλαινας, ψάρια, θαλάσσια φυτά όπως ποσειδώνια και πολλά άλλα είδη. Τα απολιθώματα αυτά ανήκουν σε διαφορετικές χρονολογικές περιόδους με διαφορά χιλιάδων και εκατομμυρίων χρόνων. Αμέσως μετά την εμφάνιση της πρώτης ξηράς του Τροόδους και Πενταδάκτυλου άρχισε και η εποίκιση με είδη χλωρίδας και πανίδας και πολλά είδη από αυτά σήμερα δεν υπάρχουν λόγω δραματικών κλιματολογικών αλλαγών ή από ανθρώπινες δραστηριότητες όπως το πιθανό ανελέητο κυνήγι μέχρι αφανισμού των ιπποπόταμων και ελεφάντων που ζούσαν στον τόπο μας. Οι πολλές κλιματολογικές αλλαγές είχαν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση εκατοντάδων θαλάσσιων ειδών και αντικατάσταση με άλλα πιο ανθεκτικά είδη και αυτός είναι ο λόγος που βρίσκουμε θαλάσσια απολιθώματα εκατοντάδων διαφορετικών ειδών. Η κλιματολογική αλλαγή που ζούμε τώρα έχει ξεκινήσει αυτή τη διαδικασία της αντικατάστασης των υπαρχόντων ειδών της Μεσογείου με νέα είδη από την Ερυθρά θάλασσα. 


Στις κορυφές βουνών
Απολιθώματα κοχυλιών και άλλων θαλάσσιων οργανισμών μπορούμε να δούμε σε ολόκληρη την Κύπρο από το ύψος της θάλασσας μέχρι και τις κορυφές βουνών και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι τόσο καλά διατηρημένα που αν και είναι χιλιάδων ή εκατομμυρίων ετών μοιάζουν με σημερινά. Φυσικά για το πόσο καλά είναι διατηρημένο ένα απολίθωμα συνυπάρχουν πολλοί παράγοντες. 

Glossus humanus 

Απολιθώματα θαλάσσιων κοχιλιών από Λευκωσία. 

Στην περιοχή Τσερίου έχουμε βρει σε εννέα διαφορετικά σημεία κόκαλα από τεράστιες φάλαινες, καθώς και δόντια από πέντε διαφορετικά είδη καρχαριών.

Σε άλλες περιοχές κοντά στη Λευκωσία έχουμε βρει απολιθωμένους αχινούς που έχουν ακόμα τα αγκάθια τους και που αυτό είναι αποτέλεσμα ενός αρχέγονου τσουνάμι που τους έθαψε ζωντανούς. Επίσης στη Λευκωσία έχουμε βρει μέσα σε ιζήματα τέλεια διατηρημένα ψάρια. Κοραλλιογενείς ύφαλοι στην Αντρολύκου και στο Κάβο Γκρέκο ηλικίας πέραν των είκοσι εκατομμυρίων ετών με είδη κοραλλιών που ζουν σε τροπικά νερά υποδεικνύουν μια τροπική περιοχή. Τα παλαιότερα σε ηλικία από όλα τα απολιθώματα που βρίσκουμε στην Κύπρο έχουν οι αμμωνίτες και μερικά άλλα είδη θαλάσσιων κοχυλιών και έχουν ηλικία πέραν των 200 εκατομμυρίων ετών και ήρθαν στην Κύπρο μαζί με αλλόχθονα πετρώματα μεταφερόμενα από την αφρικανική τεκτονική πλάκα. 

Απολιθωμένο ψάρι από Λευκωσία. 

Δόντια λευκού καρχαρία από Τσέρι. 


Τα φυτικά απολιθώματα που συναντούμε στην Κύπρο είναι μικρά κομμάτια ξύλου κλεισμένα μέσα σε ιζήματα, απολιθωμένα φύλλα και καρπούς δέντρων ως επί το πλείστον κουκουνάρια από διάφορα είδη κωνοφόρων δέντρων. Εκπληκτικά είναι τα τεράστια απολιθωμένα κουκουνάρια που βρέθηκαν σε μια περιοχή στους πρόποδες του Τροόδους και ανήκουν σε ένα άγνωστο είδος κωνοφόρου που έζησε στην Κύπρο και εξαφανίστηκε πριν 1,8 εκατομμύρια χρόνια. Κάρβουνα εκατομμυρίων ετών που έχουν βρεθεί αρκετά μέτρα κάτω από το έδαφος υποδεικνύουν αρχέγονες πυρκαγιές που ήταν αποτέλεσμα κεραυνών. Γενικά τα φυτικά απολιθώματα υποδεικνύουν μια Κύπρο καταπράσινη με απέραντα δάση παντού.

Τα απολιθώματα θηλαστικών που βρέθηκαν μέχρι στιγμής στην Κύπρο είναι νάνοι ελέφαντες, νάνοι ιπποπόταμοι, ένα είδος μοσχογαλής και διάφορα είδη τρωκτικών. Έχουν βρεθεί επίσης κόκαλα από αρπαχτικά πουλιά, από χελώνα ξηράς και χελώνα νερού. 

Pectens απο Λευκωσία. 

Rpurellus veranyi 

Επιστημονική έρευνα
Οι συλλογές που κατέχει η οικογένειά μου είναι το αποτέλεσμα της αγάπης μας προς την κυπριακή φύση, 35 χρόνων κόπου και μόχθου και που αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη διάσωση της φυσικής μας κληρονομιάς που μέχρι τώρα λεηλατείται από ξένους χωρίς κανένα εμπόδιο. Αναφέρω επίσης ότι το 90% της συλλογής των απολιθωμάτων προέρχεται από χώρους που τώρα έχουν καταστραφεί από οικιστική και βιομηχανική ανάπτυξη. Με τις συλλογές αυτές μπορεί να δημιουργηθεί ένα τεράστιο κυπριακό μουσείο φυσικής ιστορίας, που με τη συνεργασία και βοήθεια των δικών μας πανεπιστήμιων θα αποκτήσουμε αυτό που χρειάζεται ο τόπος μας.

Μπορούν να αξιοποιηθούν σε ένα μουσείο με δείγματα μοναδικά παγκοσμίως. Ταυτόχρονα, θα καταστήσουν το μουσείο κέντρο για επιστημονική έρευνα, μια και θα είναι το μόνο μουσείο φυσικής ιστορίας στην Κύπρο, με μια τόσο τεράστια και μοναδική συλλογή. 


Απολιθωμένο φύλλο από Λευκωσία. 

Μουσεία φυσικής ιστορίας υπάρχουν σε όλες τις χώρες του κόσμου
Οι νέοι μας, μαθητές δημοτικών και γυμνασίων, φοιτητές, τουρίστες καθώς και εκπαιδευτικοί, αλλά και το ευρύτερο κοινό, θα έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν την αξιοθαύμαστη, σπάνια και μοναδική φυσική κληρονομιά του τόπου μας. Μέσα από τη γνώση που θα πάρουν από τα εκθέματα, τις διαλέξεις και τα έντυπα θα μάθουν να αγαπούν και να προστατεύουν τη φυσική μας κληρονομιά και που αυτό σημαίνει πολιτισμός και πρόοδος. Όλα αυτά είναι τεράστιου επιστημονικού ενδιαφέροντος και θα προσελκύσουν πολλούς επιστήμονες από όλον τον κόσμο που με τις μελέτες και τα πορίσματά τους θα δώσουν πολύτιμες πληροφορίες για τον τόπο μας και θα αναδείξουν την Κύπρο σε κέντρο σημαντικού επιστημονικού ενδιαφέροντος.

Ως πρόεδρος του συνδέσμου φυσικής κληρονομιάς και βιοποικιλότητας της Κύπρου έχω διοργανώσει μεγάλες εκθέσεις με τις συλλογές αυτές σε Λευκωσία και Λεμεσό διάρκειας ενός μηνός και με ελεύθερη είσοδο. 


Αχινός άμμου από Λάρνακα. 

Μουσεία φυσικής ιστορίας υπάρχουν σε όλες τις χώρες του κόσμου που αποτελούν πόλο έλξης τουριστών, αλλά και ντόπιων επισκεπτών καθώς και πηγή μάθησης.

Ένα κοντινό μας παράδειγμα είναι το μουσείο φυσικής ιστορίας της Κρήτης που λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία.

Στην Κύπρο έχουμε δύο αξιόλογα μουσεία, στην Αγία Νάπα το μουσείο Θάλασσας του Τορναρίτη-Πιερίδη και το μουσείο «Φώτος Φωτιάδης» στην Carlsberg στα Λατσιά, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, χρειαζόμαστε ένα εθνικό μουσείο με κρατική στήριξη και ερευνητικά κέντρα.

Χωρίς υπερβολή έχουμε στα χέρια μας την ιστορία της νήσου Κύπρου από τη γένεσή της πριν εκατομμύρια χρόνια.



Όποιος θέλει να δει τη συλλογή αυτή είναι ευπρόσδεκτος και μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μου στο τηλέφωνο 96376823. 

Πηγή: http://politis.com.cy/article/ta-apolithomata-tis-kiprou-grafoun-istoria-web-tv




ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Ο Γιώργος Κωνσταντίνου γεννήθηκε το 1960 στη Λευκωσία και είναι φυσιοδίφης ερευνητής της κυπριακής βιοποικιλότητας. Φωτογράφος και κινηματογραφιστής αγρίας ζωής και πρόεδρος του συνδέσμου προστασίας φυσικής κληρονομίας και βιοποικιλότητας της Κύπρου. Με ακούραστη δράση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσον αφορά το περιβάλλον και την βιοποικιλότητα του τόπου μας.